"Θησαυρός" 20 δισ. ευρώ στη Β. Ελλάδα
Δημοσιεύτηκε: 07 Δεκ 2010, 10:01
Η ορθολογική εκμετάλλευση αυτού του φυσικού πλούτου μπορεί να αναζωογονήσει περιοχές υποβαθμισμένες, αλλά πλούσιες σε κοιτάσματα χρυσού και άλλων μετάλλων, όπως η Θράκη και η Βόρεια Χαλκιδική, αλλά και να συμβάλλει συνολικά στην προσπάθεια για επαναφορά της οικονομίας σε τροχιά ανάπτυξης.
Βεβαιωμένα αποθέματα μετάλλων, με αξία άνω των 20 δισεκατομμυρίων ευρώ σε σημερινές τιμές, και δυναμικά κοιτάσματα που μπορούν να πολλαπλασιάσουν αυτό το οικονομικό μέγεθος, καθιστούν τη Βόρεια Ελλάδα ως μια από τις πλουσιότερες σε ορυκτό πλούτο περιφέρειες της Ευρώπης. Η ορθολογική εκμετάλλευση αυτού του φυσικού πλούτου μπορεί να αναζωογονήσει περιοχές υποβαθμισμένες, αλλά πλούσιες σε κοιτάσματα χρυσού και άλλων μετάλλων, όπως η Θράκη και η Βόρεια Χαλκιδική, αλλά και να συμβάλει συνολικά στην προσπάθεια για επαναφορά της οικονομίας σε τροχιά ανάπτυξης.
«Δεν έχουμε την πολυτέλεια να αφήσουμε ανεκμετάλλευτο αυτόν τον πλούτο, ιδιαίτερα στην παρούσα οικονομική συγκυρία. Δεν υπάρχει δικαιολογία για νέες καθυστερήσεις», τονίζει χαρακτηριστικά στο «Έθνος» ο αναπληρωτής καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών, γενικός διευθυντής του Ινστιτούτου Γεωλογικών και Μεταλλευτικών Ερευνών (ΙΓΜΕ), κ. Παπαβασιλείου.
Το ΙΓΜΕ έχει «χαρτογραφήσει» όλα τα κοιτάσματα των Μη Ενεργειακών Μεταλλικών Ορυκτών (ΜΕΜΟ) στη Μακεδονία και τη Θράκη, επισημαίνει στον χάρτη εκείνα που είναι άμεσα εκμεταλλεύσιμα και άλλα που απαιτούν περαιτέρω έρευνα για τη βιώσιμη εξόρυξή τους, ενώ σημειώνει και νέες περιοχές κοιτασματολογικού ενδιαφέροντος.
Σύμφωνα με τον οικονομικό γεωλόγο, διευθυντή Κ. Μακεδονίας του ΙΓΜΕ, Ν.Αρβανιτίδη, που έχει κάνει την επεξεργασία, αξιοποιείται σήμερα ένα πολύ μικρό μέρος των βεβαιωμένων αποθεμάτων χρυσού, αργύρου, χαλκού, μολύβδου, ψευδαργύρου, νικελίου και άλλων μετάλλων στη Β. Ελλάδα, η αξία των οποίων ξεπερνά τα 20 δις ευρώ,
«Είναι μια σημαντική πλουτοπαραγωγική πηγή, η αξιοποίηση της οποίας μπορεί να δημιουργήσει συνθήκες αναπτυξιακής ανάτασης της χώρας, συμβάλλοντας τόσο στην περιφερειακή ανάπτυξη, όσο και στην εθνική οικονομία γενικότερα», επισημαίνει ο κ. Αρβανιτίδης, προσθέτοντας παράλληλα πως σε μια τέτοια κατεύθυνση προτρέπει τις χώρες μέλη της και η Ε.Ε., η οποία εξαρτάται κατά 70% από την εισαγωγή ορυκτών πρώτων υλών από τρίτες χώρες.
ΑΠΟΘΕΜΑΤΑ ΚΥΡΙΟΤΕΡΩΝ ΜΕΤΑΛΛΩΝ ΑΝΑ ΠΕΡΙΟΧΗ
[...]
Το υπόλοιπο κείμενο μπορείτε να το βρείτε εδώ: Ημερησια
Βεβαιωμένα αποθέματα μετάλλων, με αξία άνω των 20 δισεκατομμυρίων ευρώ σε σημερινές τιμές, και δυναμικά κοιτάσματα που μπορούν να πολλαπλασιάσουν αυτό το οικονομικό μέγεθος, καθιστούν τη Βόρεια Ελλάδα ως μια από τις πλουσιότερες σε ορυκτό πλούτο περιφέρειες της Ευρώπης. Η ορθολογική εκμετάλλευση αυτού του φυσικού πλούτου μπορεί να αναζωογονήσει περιοχές υποβαθμισμένες, αλλά πλούσιες σε κοιτάσματα χρυσού και άλλων μετάλλων, όπως η Θράκη και η Βόρεια Χαλκιδική, αλλά και να συμβάλει συνολικά στην προσπάθεια για επαναφορά της οικονομίας σε τροχιά ανάπτυξης.
«Δεν έχουμε την πολυτέλεια να αφήσουμε ανεκμετάλλευτο αυτόν τον πλούτο, ιδιαίτερα στην παρούσα οικονομική συγκυρία. Δεν υπάρχει δικαιολογία για νέες καθυστερήσεις», τονίζει χαρακτηριστικά στο «Έθνος» ο αναπληρωτής καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών, γενικός διευθυντής του Ινστιτούτου Γεωλογικών και Μεταλλευτικών Ερευνών (ΙΓΜΕ), κ. Παπαβασιλείου.
Το ΙΓΜΕ έχει «χαρτογραφήσει» όλα τα κοιτάσματα των Μη Ενεργειακών Μεταλλικών Ορυκτών (ΜΕΜΟ) στη Μακεδονία και τη Θράκη, επισημαίνει στον χάρτη εκείνα που είναι άμεσα εκμεταλλεύσιμα και άλλα που απαιτούν περαιτέρω έρευνα για τη βιώσιμη εξόρυξή τους, ενώ σημειώνει και νέες περιοχές κοιτασματολογικού ενδιαφέροντος.
Σύμφωνα με τον οικονομικό γεωλόγο, διευθυντή Κ. Μακεδονίας του ΙΓΜΕ, Ν.Αρβανιτίδη, που έχει κάνει την επεξεργασία, αξιοποιείται σήμερα ένα πολύ μικρό μέρος των βεβαιωμένων αποθεμάτων χρυσού, αργύρου, χαλκού, μολύβδου, ψευδαργύρου, νικελίου και άλλων μετάλλων στη Β. Ελλάδα, η αξία των οποίων ξεπερνά τα 20 δις ευρώ,
«Είναι μια σημαντική πλουτοπαραγωγική πηγή, η αξιοποίηση της οποίας μπορεί να δημιουργήσει συνθήκες αναπτυξιακής ανάτασης της χώρας, συμβάλλοντας τόσο στην περιφερειακή ανάπτυξη, όσο και στην εθνική οικονομία γενικότερα», επισημαίνει ο κ. Αρβανιτίδης, προσθέτοντας παράλληλα πως σε μια τέτοια κατεύθυνση προτρέπει τις χώρες μέλη της και η Ε.Ε., η οποία εξαρτάται κατά 70% από την εισαγωγή ορυκτών πρώτων υλών από τρίτες χώρες.
ΑΠΟΘΕΜΑΤΑ ΚΥΡΙΟΤΕΡΩΝ ΜΕΤΑΛΛΩΝ ΑΝΑ ΠΕΡΙΟΧΗ
[...]
Το υπόλοιπο κείμενο μπορείτε να το βρείτε εδώ: Ημερησια